ΣΥΜΒΑΣΗ ΚΑΤΑ ΤΩΝ ΔΙΑΚΡΙΣΕΩΝ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ


Η Γενική Διάσκεψη της UΝΕSCΟ (Οργάνωση των Ηνωμένων Εθνών για την Εκπαίδευση, την Επιστήμη και τον Πολιτισμό) που συνήλθε στο Παρίσι από τις 14 Νοεμβρίου έως τις 15 Δεκεμβρίου 1960 στην ενδέκατη σύνοδό της.

Λαμβάνονας υπόψη ότι η Οικουμενική Διακήρυξη των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου επιβεβαιώνει στην αρχή της μη διάκρισης και διακηρύσσει ότι κάθε άτομο έχει δικαίωμα στην εκπαίδευση.

Θεωρώντας ότι οι διακρίσεις στην εκπαίδευση αποτελούν παραβίαση των δικαιωμάτων που εξαγγέλλονται σε αυτήν την Διακήρυξη.

Θεωρώντας ότι σύμφωνα με τους όρους του Καταστατικού της, η UNESCO αποβλέπει στην εγκαθίδρυση συνεργασίας μεταξύ των εθνών με σκοπό την διασφάλιση προς χάρη όλων του οικουμενικού σεβασμού των δικαιωμάτων του ανθρώπου και της ισότητας των ευκαιριών στην εκπαίδευση.

Αναγνωρίζοντας, κατά συνέπεια, ότι η UNESCO, έχει ως καθήκον, σεβόμενη την διαφορετικότητα των εθνικών εκπαιδευτικών συστημάτων, όχι μόνο να αποκηρύσσει κάθε μορφή διακρίσεων στην εκπαίδευση αλλά επίσης να προωθεί την ισότητα των ευκαιριών και της μεταχείρισης για όλους στην εκπαίδευση.

Έχοντας ενώπιόν της προτάσεις που αφορούν τις διάφορες μορφές διακρίσεων στην εκπαίδευση, οι οποίες αποτελούν το θέμα 17.1.4 της ημερήσιας διάταξης της συνόδου.

Έχοντας αποφασίσει κατά τη δέκατη σύνοδό της ότι το ζήτημα αυτό θα έπρεπε να αποτελέσει το αντικείμενο μιας διεθνούς συμβάσεως καθώς και συστάσεων προς τα κράτη μέλη.

Υιοθετεί την παρούσα Σύμβαση την 14η Δεκεμβρίου 1960.

Άρθρο 1

1. Για τους σκοπούς της παρούσας Συμβάσεως ο όρος «διακρίσεις» περιλαμβάνει κάθεδιαφοροποίηση, εξαίρεση, περιορισμό ή προτίμηση η οποία λόγω φυλής, χρώματος, φύλου, γλώσσας, θρησκείας, πολιτικών ή άλλων πεποιθήσεων, εθνικής ή κοινωνικής προέλευσης, οικονομικής κατάστασης ή κοινωνικής καταγωγής, έχει ως σκοπό ή ως αποτέλεσμα την εκμηδένιση ή αποδυνάμωση της ίσης μεταχείρισης στην εκπαίδευση και ειδικότερα:

(α) την στέρηση οποιουδήποτε ατόμου ή ομάδας από την πρόσβαση σε οποιασδήποτε μορφής ή βαθμίδας εκπαίδευσης

(β) τον περιορισμό οποιουδήποτε ατόμου ή ομάδας σε εκπαίδευση κατώτερου επιπέδου

(γ) υπό την επιφύλαξη των όρων του άρθρου 2 της παρούσας Συμβάσεως, την εγκαθίδρυση ή διατήρηση ξεχωριστών εκπαιδευτικών συστημάτων ή ιδρυμάτων για πρόσωπα ή άτομα ή ομάδες

(δ) την επιβολή σε οποιοδήποτε άτομο ή ομάδα, συνθηκών ασυμβίβαστων με την αξιοπρέπεια του ανθρώπου.

2. Για τους σκοπούς της παρούσας Συμβάσεως, ο όρος «εκπαίδευση» αναφέρεται σε όλες τις μορφές και τις βαθμίδες της εκπαίδευσης και περιλαμβάνει την πρόσβαση σ’ αυτήν, το επίπεδο και την ποιότητά της και τις συνθήκες υπό τις οποίες παρέχεται.

Άρθρο 2

Εφόσον επιτρέπονται σε ένα κράτος, οι ακόλουθες περιπτώσεις δεν θεωρείται ότι συνιστούν διακρίσεις υπό την έννοια του άρθρου 1 της παρούσας Συμβάσεως:

(α) Η εγκαθίδρυση ή διατήρηση χωριστών εκπαιδευτικών συστημάτων ή ιδρυμάτων για μαθητές των δύο φύλων, εφόσον τα συστήματα ή τα ιδρύματα αυτά προσφέρουν ισότιμη πρόσβαση στην εκπαίδευση, παρέχουν εκπαιδευτικό προσωπικό με προσόντα του ίδιου επιπέδου καθώς επίσης και σχολικές εγκαταστάσεις και εξοπλισμό της ίδιας ποιότητας και μπορούν να παρέχουν τη δυνατότητα παρακολούθησης των ίδιων ή ισότιμων προγραμμάτων σπουδών.

(β) Η εγκαθίδρυση ή διατήρηση για θρησκευτικούς ή γλωσσικούς λόγους χωριστών εκπαιδευτικών συστημάτων ή ιδρυμάτων τα οποία παρέχουν εκπαίδευση εναρμονισμένη με τις επιθυμίες των γονέων ή των κηδεμόνων των μαθητών, εφόσον η συμμετοχή σε τέτοια συστήματα ή η παρακολούθηση σε τέτοια ιδρύματα είναι προαιρετική και εφόσον η παρεχόμενη εκπαίδευση ανταποκρίνε¬ται στα επίπεδα που τυχόν έχουν τεθεί ή έχουν γίνει αποδεκτά από τις αρμόδιες αρχές, ιδιαίτερα για την εκπαίδευση της ίδιας βαθμίδας.

(γ) Η εγκαθί¬δρυση ή διατήρηση ιδιωτικών εκπαιδευτικών ιδρυμάτων εφό¬σον ο σκοπός ους δεν είναι να εξασφαλίσουν τον αποκλεισμό οποιασδήποτε ομά¬δας αλλά να παρέχουν περαιτέρω εκπαιδευτικές διευκολύνσεις από αυτές που παρέχει το δημόσιο, εφόσον τα ιδρύματα λειτουργούν κατά τρόπο σύμφωνο με αυτόν τον σκοπό και η παρεχόμενη εκπαίδευση είναι σύμφωνα με τα επίπεδα που τυχόν έχουν τεθεί ή γίνει αποδεκτά από τις αρμόδιες αρχές, ειδικά για την εκπαίδευση της ίδιας βαθμίδας.

Άρθρο 3

Με σκοπό να εξαλείψουν και να αποτρέψουν τις διακρίσεις υπό την έννοια της παρούσας Συμβάσεως τα συμβαλλόμενα κράτη μέρη αναλαμβάνουν την υποχρέωση:

(α) Να καταργήσουν τυχόν νομοθετικές προβλέψεις και διοικητικές διατάξεις και να διακόψουν τυχόν διοικητικές πρακτικές οι οποίες εμπεριέχουν διακρίσεις στην εκπαίδευση.

(β) Να διασφαλίσουν, με νομοθετικά μέτρα όπου κρίνεται απα¬ραίτητο, ότι δεν γίνονται διακρίσεις στην εισαγωγή μα¬θητών σε εκπαιδευτικά ιδρύματα.

(γ) Να μην επιτρέπουν οποιαδήποτε διαφορετική μεταχείριση των υπηκόων από τις δημόσιες αρχές, παρά μόνο στη βάση της αξίας ή της ανάγκης, όσον αφορά τα δίδακτρα και τη χορήγηση υποτροφιών ή άλλων μορφών ενίσχυσης προς τους μαθητές και των αναγκαίων αδειών και διευκολύνσεων για τη συνέχιση των σπουδών στο εξωτερικό.

(δ) Να μην επιτρέπουν οποιοδήποτε περιορισμό ή προτίμηση στην βοήθεια που χορηγείται σε οποιαδήποτε μορφή από τις δημόσιες αρχές στα εκπαιδευτικά ιδρύματα, η οποία θα βασίζεται αποκλειστικά στο γεγονός ότι οι μαθητές ανήκουν σε μία ορισμένη ομάδα.

(ε) Να παρέχουν στους ξένους υπηκόους που κατοικούν στο έδαφός τους την ίδια πρόσβαση στην εκπαίδευση με την παρεχόμενη στους δικούς τους υπηκόους.

Άρθρο 4

Τα κράτη μέρη της παρούσας Συμβάσεως αναλαμβάνουν περαιτέρω την υπο¬χρέωση να διαμορφώσουν, να αναπτύξουν και να εφαρμόσουν μια εθνική πολιτική, η οποία με μεθόδους ανάλογες με τις περι¬στάσεις και την εθνική πρακτική θα. τείνει στην προώθηση της ισότητας των ευκαιριών της και μεταχείρισης στο ζήτημα της εκπαίδευσης, και ειδικότερα:

(α) Να καταστήσουν δωρεάν και υποχρεωτική την πρωτοβάθμια εκπαίδευση• να καταστήσουν γενικώς διαθέσιμη και προσιτή σε όλους την δευτεροβάθμιας εκπαίδευση στις διάφορες μορφές της• να καταστήσουν την ανώτερη εκπαίδευση εξίσου προσιτή σε όλους, σύμφωνα με τις δυνατότητες του καθενός• να διασφαλίσουν τη συμμόρφωση όλων με την υποχρέωση εκπαίδευσης που προβλέπεται από το νόμο.

(β) Να διασφαλίσουν ότι το επίπεδο εκπαίδευσης είναι ισότιμο σε όλα τα δημόσια εκπαιδευτικά ιδρύματα της ίδιας βαθμίδας και ότι οι συνθήκες σχετικά με την ποιότητα της παρεχό¬μενης εκπαίδευσης είναι επίσης ισότιμες.

(γ) Να ενθαρρύνουν και να εντείνουν με κατάλληλες μεθόδους την εκπαίδευση ατόμων που δεν έχουν λάβει πρωτοβάθμια εκπαίδευση ή που δεν έχουν ολοκληρώσει το σύνολο του προγράμματος βασικής εκπαίδευσης και τη συνέχιση της εκπαίδευσής τους στη βάση των ικανοτήτων τους.

(δ) Να παρέχουν, χωρίς διακρίσεις, κατάρτιση για το επάγγελμα του εκπαιδευτικού.

Άρθρο 5

1. Τα κράτη μέρη της παρούσας Συμβάσεως συμφωνούν ότι:

(α) Η εκπαίδευση θα αποσκοπεί στην πλήρη ανάπτυξη της ανθρώπινης προσωπικότητας και στην ενδυνάμωση του σεβασμού των δικαιωμάτων του ανθρώπου και των θεμελιωδών ελευθεριών• θα προωθεί την κατανόηση, την ανεκτικότητα και τη φιλία μεταξύ όλων των εθνών, των φυλετικών ή θρησκευτικών ομάδων, και θα ενισχύει τις δραστηριότητες των Ηνωμένων Εθνών για τη διατήρηση της ειρήνης.

(β) Είναι απαραίτητο να γίνεται σεβαστή η ελευθερία των γονέων και, στις ανάλογες περιπτώσεις, των νομίμων κηδεμόνων, πρώτον (τόσο) να επιλέγουν για τα παιδιά τους ιδρύματα διαφορετικά από αυτά που υπάγονται στις δημόσιες αρχές που συμμορφώνονται όμως με τα ελάχιστα εκπαιδευτικά επίπεδα που τυχόν έχουν τεθεί ή γίνει αποδεκτά από τις αρμόδιες αρχές και, δεύτερον να εξασφαλίζουν, με τρόπο σύμφωνο με τις διαδικασίες που ακολουθούνται στο κράτος για την εφαρμογή της νομοθεσίας του, τη θρησκευτική και ηθική εκπαίδευση των παιδιών σύμφωνα με τις δικές τους πεποιθήσεις• επίσης κανένα άτομο ή ομάδα δεν θα πρέπει να υποχρεώνεται να λάβει θρησκευτική καθοδήγηση ασυμβίβαστη με τις πεποιθήσεις του.

(γ) Είναι απαραίτητο να αναγνωριστεί το δικαίωμα στα μέλη των εθνικών μειονοτήτων να ασκούν τις δικές τους εκπαιδευτικές δραστηριότητες, συμπεριλαμβανομένης της διατήρησης σχολείων και, ανάλογα με την εκπαιδευτική πολιτική κάθε κράτους, της χρήσης ή της διδασκαλίας της δικής τους γλώσσας υπό την προϋπόθεση ωστόσο ότι:

(i) Το δικαίωμα αυτό δεν ασκείται με τρόπο που να παρεμποδίζει τα μέλη αυτών των μειονοτήτων να κατανοούν τον πολιτισμό και την γλώσσα του συνόλου της κοινότητας και να συμμετέχουν στις δραστηριότητές της κατά τρόπο που θα θέτει σε κίνδυνο την εθνική κυριαρχία.

(ii) Το επίπεδο της εκπαίδευσης δεν είναι κατώτερο του γενικού επιπέδου που έχει τεθεί ή γίνεται αποδεκτό από τις αρμόδιες αρχές και

(iii) Η παρακολούθηση στα σχολεία αυτά είναι προαιρετική.

2. Τα κράτη μέρη της παρούσας Συμβάσεως δεσμεύονται να λάβουν όλα τα απαραίτητα μέτρα για τη διασφάλιση της εφαρμογής των αρχών που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου.

Άρθρο 6

Κατά την εφαρμογή της παρούσας Σύμβασης, τα κράτη μέρη σ’ αυτήν δεσμεύονται να καταβάλλουν την μεγαλύτερη προσοχή σε όποιες συστάσεις υιοθετηθούν στο εξής από τη Γενική Διάσκεψη της UNESCO και οι οποίες θα καθορίζουν τα μέτρα που πρέπει να ληφθούν ενάντια στις διάφορες μορφές διακρίσεων στην εκπαίδευση και με σκοπό την εξασφάλιση της ισότητας των ευκαι¬ριών και της μεταχείρισης σ’ αυτήν.

Άρθρο 7

Τα κράτη μέρη της παρούσας Σύμβασης θα πρέπει να παρέχουν, στις περιοδικές εκθέσεις που θα υποβάλουν στη Γενική Διάσκεψη της UNESCO σε ημερομηνίες και κατά τρόπο ο οποίος θα καθορισθεί από αυτήν, πληροφορίες σχετικά με τα νομοθετικά και διοικητικά μέτρα που έχουν υιοθετήσει ή άλλη δραστηριότητα που έχουν αναλάβει για την εφαρμογή της παρούσας Σύμβασης. συμπεριλαμβανομένων και αυτών που έχουν ληφθεί για την διαμόρφωση και την ανάπτυξη της εθνικής πολιτικής που προσδιορίζεται στο άρθρο 4 κα¬θώς και των αποτελεσμάτων που έχουν επιτευχθεί και των εμποδίων που εμφανίστηκαν κατά την εφαρμογή αυτής της πολιτικής.

Άρθρο 8

Οποιαδήποτε διαφορά τυχόν προκύψει μεταξύ δύο ή περισσοτέρων κρατών μερών της παρούσας Σύμβασης σχετικά με την ερμηνεία ή την εφαρμογή αυτής και η οποία δεν διευθετείται με διαπραγματεύσεις, θα παραπέμπεται κατόπιν αιτήσεως των μερών της διαφοράς, ενώπιον του Διεθνούς Δικαστηρίου, εφόσον αποτύχουν τα άλλα μέσα επίλυσής της.

Άρθρο 9

Επιφυλάξεις στην παρούσα Σύμβαση δεν θα γίνουν δεκτές.

Άρθρο 10

Η παρούσα Σύμβαση δεν θα επιφέρει μείωση των δικαιωμάτων τα οποία τυχόν απολαμβάνουν ιδιώτες ή ομάδες βάσει συμφωνιών που έχουν συναφθεί μεταξύ δύο ή περισσοτέρων κρατών, εφόσον αυτά τα δικαιώματα δεν είναι αντίθετα με το γράμμα και το πνεύμα της παρούσας Σύμβασης.

Άρθρο 11

Η παρούσα Σύμβαση συντάχθηκε στην αγγλική, γαλλική, ρωσική και ισπανική γλώσσα, και τα τέσσερα κείμενα θεωρούνται εξ ίσου αυθεντικά.

Άρθρο 12

1. Η παρούσα Σύμβαση υπόκειται σε επικύρωση ή αποδοχή από τα κράτη μέλη της UNESCO σύμφωνα με τις σχετικές συνταγματικές διαδικασίες τους.

2. Τα έγγραφα επικύρωσης ή αποδοχής θα κατατίθενται στον Γενικό Διευθυντή της UNESCO

Άρθρο 13

1. Η παρούσα Σύμβαση είναι ανοικτή για προσχώρηση σε όλα τα κράτη μη μέλη της UNESCO τα οποία προσκαλούνται να προσχωρήσουν από την Εκτελεστική Επιτροπή της Οργάνωσης.

2. Η προσχώρηση θα συντελείται με την κατάθεση εγγράφου προσχώρησης στον Γενικό Διευθυντή της UNESCO.

Άρθρο 14

Η παρούσα Σύμβαση θα τεθεί σε ισχύ τρεις μήνες από την ημερομηνία κατάθεσης του τρίτου εγγράφου επικύρωσης, αποδοχής ή προσχώρησης αλλά μόνον όσον αφορά αυτά τα κράτη που έχουν καταθέσει τα αντίστοιχα έγγραφά τους πριν ή κατά την ημερομηνία αυτήν. Όσον αφορά κάθε άλλο κράτος, θα τεθεί σε ισχύ τρεις μήνες από την κατάθεση του δικού του εγγράφου επικύρωσης. αποδοχής ή προσχώρησης.

Άρθρο 15

Τα κράτη μέρη της παρούσας Σύμβασης αναγνωρίζουν ότι η Σύμβαση είναι εφαρμοστέα όχι μόνο στα μητροπολιτικά εδάφη τους αλλά επίσης σε όλα τα μη αυτοκυβερνώμενα, υπό κηδεμονία, αποικιακά και άλλα εδάφη για τις διεθνείς σχέσεις των οποίων είναι υπεύθυνα• δεσμεύονται να συμβουλεύουν, εφόσον κρίνεται απαραίτητο, τις κυβερνήσεις ή τις άλλες αρμόδιες αρχές αυτών των εδαφών κατά την επικύρωση, αποδοχή ή προσχώρηση ή πριν από αυτήν με σκοπό τη διασφάλιση της εφαρμογής της Σύμβασης σ’ αυτές τις περιοχές, και να γνωστοποιούν στον Γενικό Διευθυντή της UNESCO τα εδάφη στα οποία αυτή, σύμφωνα με τα προηγούμενα, εφαρμόζεται, η δε γνωστοποίηση θα αποκτά ισχύ τρεις μήνες μετά την ημερομηνία της λήψεώς της.

Άρθρο 16

1. Κάθε κράτος μέρος της παρούσας Σύμβασης μπορεί να την καταγγείλει για λογαριασμό του ή για λογαριασμό κάθε εδάφους για του οποίου τις διεθνείς σχέσεις είναι υπεύθυνο.

2. Η καταγγελία θα γνωστοποιείται με έγγραφο που θα κατατίθεται στο Γενικό Διευθυντή της UNESCO.

3. Η καταγγελία θα αποκτά ισχύ δώδεκα μήνες από τη λήψη του εγγράφου καταγγελίας.

Άρθρο 17

Ο Γενικός Διευθυντής της UNESCO θα ενημερώνει τα κράτη μέλη της Οργάνωσης, τα κράτη μη μέλη που αναφέρονται στο άρθρο 13 καθώς και τα Ηνωμένα Έθνη σχετικά με την κατάθεση όλων των εγγράφων επικύρωσης, αποδοχής ή προσχώρησης τα οποία προβλέπονται στα άρθρα 12 και 13 και σχετικά με τις γνωστοποιήσεις και καταγγελίες που προβλέπονται στα άρθρα 15 και 16 αντιστοίχως.

Άρθρο 18

1. Η παρούσα Σύμβαση μπορεί να αναθεωρηθεί από τη Γενική Διάσκεψη της UNESCO. Ωστόσο, κάθε τέτοια αναθεώρηση θα δεσμεύει μόνο τα κράτη τα οποία θα γίνουν μέρη της αναθεωρητικής Συμβάσεως.

2. Σε περίπτωση που η Γενική Διάσκεψη υιοθετήσει νέα Σύμβαση η οποία θα αναθεωρεί την παρούσα εν όλω ή εν μέρει, τότε, εκτός αν η νέα Σύμβαση προβλέπει διαφορετικά, η παρούσα Σύμβαση θα παύσει να είναι ανοικτή για επικύρωση, αποδοχή ή προσχώρηση από την ημερομηνία κατά την οποία η νέα αναθεωρητική σύμβαση τίθεται σε ισχύ.

Άρθρο 19

Σύμφωνα με το άρθρο 102 του Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών, η παρούσα Σύμβαση θα καταχωρηθεί στη Γραμματεία των Ηνωμένων Εθνών κατόπιν αιτήσεως του Γενικού Διευθυντή της UNESCO.

Έγινε στο Παρίσι, στις 15 Δεκεμβρίου 1960 σε δύο αυθεντικά αντίγραφα, που φέρουν τις υπογραφές του Προέδρου της ενδέκατης συνόδου της Γενικής Διάσκεψης και του Γενικού Διευθυντή της UNESCO, τα οποία θα κατατεθούν στα αρχεία της UNESCO και των οποίων επικυρωμένα γνήσια αντίγραφα θα παραδοθούν σε όλα τα κράτη που αναφέρονται στα άρθρα 12 και 13 καθώς και στα Ηνωμένα Έθνη.

Comments are closed.